Σταγόνα βροχής κυλάει στο χώμα
κι οι περαστικοί εμπνέονται
από την μυρωδιά της
πετώντας την κουκούλα
που συνήθιζαν να φορούν
πριν νιώσουν το κάλεσμα.
Το πλην άπειρο της ατλαντίδας
ξεπροβάλει ανυπόμονο
μέσα από μύρα ωκεανών
και σκαλισμένων περίτεχνα δοχείων.
Κοράλλια απολιθωμένης μορφής
επαναστατούν
καρτερώντας να φυσήξει
ούριος άνεμος
να σηκωθούν τα πανιά για την επιστροφή.
Ξεχύνονται πυρακτωμένες φλόγες
τρεμάμενες από την λάβα
ζητώντας να ενσωματωθούν
στο όνειρο που ακροβατεί
καθώς το μέλλον απομακρύνεται.
Ζαλισμένες από την λάσπη
πετούν σπινθήρες
που κρεμιούνται στις υγρές ψιχάλες
παρασέρνoντας τους στην ρίζα
της γνώριμης από καιρό σταλαγματιάς .
Ξάφνου αναδύεται
πλούσιος και εκστατικός
ο βυθός των λησμονημένων οραμάτων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου