Σαν από μη συγκοινονούντα
δοχεία του βίου να προήλθαμε.
Φιλάω τα χέρια σου ,
στην ανάσα μου εισέρχεται ο αιθέρας της νιότης
που σιγοκαίει στο στήθος μου βαρύς
καθότι ελλιπές το γέμισμα μου.
Πώς να συμπλεύσουμε ξανά ;
Είναι αργά να κάνουμε γιορτή
μουχλιάσαμε στα καταγώγια.
Δεν σ' αφήνω να χωρέσεις εκεί.
Δεν μ'αγκαλιάζουν τα άνθη ,
με προσπέρασαν.
Ρίξαν οι ανεμοθύελλες σπόρους να στηριχτώ
κι αυτοί γίνηκαν άγρια δέντρα
δίχως καρπούς να μ'αναθρέψουν.
καθότι ελλιπές το γέμισμα μου.
Πώς να συμπλεύσουμε ξανά ;
Είναι αργά να κάνουμε γιορτή
μουχλιάσαμε στα καταγώγια.
Δεν σ' αφήνω να χωρέσεις εκεί.
Δεν μ'αγκαλιάζουν τα άνθη ,
με προσπέρασαν.
Ρίξαν οι ανεμοθύελλες σπόρους να στηριχτώ
κι αυτοί γίνηκαν άγρια δέντρα
δίχως καρπούς να μ'αναθρέψουν.
Χρεώθηκα μη μ'αρνηθείς
που γέρνω ,
χαθείς στις άκαρπες πτώσεις μου.
Πώς θα λυγίζω έπειτα χωρίς να βλέπεις;
Εσύ.
Μόνο να βλέπεις
γιατί ζητάς περισσότερα ;
Η αστάθεια πάντα εμπόδιζε το στύλωμα μου.
Φτηνά ανταμείφθηκα
απ' τους περίτρανους κορμούς
που έτρεμαν την ομορφιά τους .
Κανείς δεν προχωράει βαθύτερα ,
προέχουν άλλα.
Φτάνει ο χρόνος;
Πώς θα λυγίζω έπειτα χωρίς να βλέπεις;
Εσύ.
Μόνο να βλέπεις
γιατί ζητάς περισσότερα ;
Η αστάθεια πάντα εμπόδιζε το στύλωμα μου.
Φτηνά ανταμείφθηκα
απ' τους περίτρανους κορμούς
που έτρεμαν την ομορφιά τους .
Κανείς δεν προχωράει βαθύτερα ,
προέχουν άλλα.
Φτάνει ο χρόνος;
Αλύγιστες οι μέρες στ' ανοίγματα συνόρων ,
έκλεισαν οι άνθρωποι
κι είναι περίεργο κάποιος να πλησιάζει.
κι είναι περίεργο κάποιος να πλησιάζει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου