Άν με μόχθο στερηθείς
την κεντημένη από πούλιες οπτασία ,
τρέξεις γοργά κι αθόρυβα
φορώντας τα φτερά σου
μη βιαστείς να παινευτείς
πως έπιασες τον ήλιο.
Οι κλωστές της σε ακολουθούν
δεμένες σφιχτά κι αναπότρεπτα
γύρω από τον αλαβάστρινο λαιμό σου
κρατώντας αιχμάλωτο τον πόθο.
Πλανεύτρα η λάμψη
γύρω από το σκουριασμένο
υφάδι της σε ταλαντεύει.
Είναι εκείνη
που δεν σε αφήνει
να την απαρνηθείς.
Γνωρίζει ότι την είδες
και πιάστηκες
μαρμαρωμένη πριγκίπισσα
να πλέκεις στα βελόνια της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου