Δευτέρα 28 Ιουνίου 2010

Ο άτονος τόνος

Μονοτονια
χωρίς τόνο στο ι
ψάχνει να γίνει τονισμένη λέξη
άτονη να μην μοιάζει
μα μάταια ικετεύει  τον τόνο να συντρέξει.

Τρυπώνει στη σχισμή
της απουσίας
από  φόβο μήπως φανεί
αυτό το  ιδιαίτερο κάτι
και σβηστεί απ' το χάρτη της ματαιοδοξίας.

Βολτάρει σαν σαράκι
στο πεδίο των άγνωστων αριθμών
μετρώντας τους έναν -έναν
ώσπου  να γεμίσει το κενό
που  ο άτονος τόνος της άφησε
δειλιάζοντας μπρος στον  τονισμό
της σημασίας της.

Εκεί βρήκε την απάντηση
που γύρευε χρόνια
καθώς μέσα της τον έφερε
μα δεν τον είχε δει.

Η μη λήθη



  Ταξιδιάρικες
αυτοκαταστροφικές πατρίδες
έχασαν το δρόμο
πριν ανάψουν τα φώτα
 του γυρισμού
 και φανούν οι αδιάκριτες
του κόσμου πληγές .

Η σιωπή πήρε απ’ τη νύχτα
ρίγος
σημαδεύοντας το αιώνια
 γραμμένο παράπονο
του ομφάλιου λώρου .

Φύσηξε άγρια
 και σβήστηκε η φωνή
που έκανε τα πάντα
για να μην ακουστεί .

Εκείνοι που βρέθηκαν
δίπλα της
την κουβαλάνε πάντα.

Αρτεσιανό ύδωρ

 Ξόρκισε το να κουραστεί
να πάει να ξαποστάσει
να βγάλει η στείρα γη νερό
από το αρτεσιανό ύδωρ της πηγής σου
ν’ αναβλύσει  ωκεανούς
 να πάρουν θέση και μορφή
τα θαύματα στους ουρανούς .

Όσο κι αν πίστεψα
σε ουράνια θαύματα
σκοτείνιασε ο ουρανός
 και βρέχει  ασταμάτητα
σε ανατολή και δύση
 φουρτούνιασε η θάλασσα
τα πήρε παρανάλωμα
και χάσαμε τη φύση.

Αν είναι η μοίρα μας αυτή
ή αν είναι κάποια άλλη
μήτε ρωτώ μήτε θρηνώ
μα στέκομαι μ’ ευλάβεια
παρατηρώ
και πάω στο άγνωστο να βρω
μιαν άλλη φύση- αδερφή
όμοια μ’ εκείνη που ονειρεύτηκα
κι αναζητώ.

Κυριακή 27 Ιουνίου 2010

Στροφή



  Στον  ίδιο δρόμο περπατώ
που ώρες ώρες με πνίγει .
Δεν θέλω να τον αποχωριστώ
είδα πολλά, μαγεύτηκα
μα όλο θυμάμαι τα λίγα ,
όσα σταθήκαν αρκετά
για να κυλάω σαν βάρκα μοναχή
που υποτιμά τον προορισμό της
κι ο χωρισμός της σκίζει τα πανιά.

 Μια αυτοτιμωρία αγκαθωτή
 που ποτέ δεν  κατανόησα ,
δεν μπόρεσα να τιθασεύσω 
μ’ έκοβε  πάνω στη στροφή.

 Όσα χαρτιά  κι αν πέταξα
μπροστά μου ανεμίζουν επιδεικτικά
ξεπλένουν το μελάνι τους στο νου μου.
Φεύγω , αλλάζω οπτική
μήπως χωρέσω στο όλον. 

Τρίτη 15 Ιουνίου 2010

Το Φωτόδεντρο και η δέκατη τέταρτη Ομορφιά , Ο .Ελύτης

Μ΄ ένα τίποτα έζησα
Μονάχα οι λέξεις δε μου αρκούσανε
Σ΄ ενός περάσματος αέρα
ξεγνέθοντας απόκοσμη φωνή τ΄ αυτιά μου
φχιά
φχιού φχιού
εσκαρφίστηκα τα μύρια όσα
Τι γυαλόπετρες φούχτες
τι καλάθια φρέσκες μέλισσες και σταμνιά φουσκωτά όπου
άκουγες ββββ να σου βροντάει ο αιχμάλωτος αέρας.
Κάτι
Κάτι δαιμονικό μα που να πιάνεται σαν σε δίχτυ στο σχήμα του Αρχαγγέλου
Παραλαλούσα κι έτρεχα
Έφτασα κι αποτύπωνα τα κύματα στην ακοή απ΄ τη γλώσσα
-Ε καβάκια μαύρα, φώναζα, κι εσείς γαλάζια δέντρα τι ξέρετε από μένα;
-Θόη θόη θμος
- Ε; Τι;
- Αρίηω ηθύμως θμος
- Δεν άκουσα τι πράγμα;
- Θμος θμος άδυσος
Ώσπου τέλος ένιωσα
κι ας πα΄ να μ΄ έλεγαν τρελό
πως από ΄να τίποτα γίνεται ο Παράδεισος.

Παρασκευή 11 Ιουνίου 2010

διχάζεται η αλήθεια

  Αυτά τα μάτια δεν μπορώ να τα ξεχάσω
στη διαδρομή θα μου χαράσουν το σημάδι
μέσα μου  άναψε φωτιά  να ακροβατώ σαν χάδι
ένας ιππότης με κρυμμένη μαεστρία
στέκεται  πάνω σε γυμνό σκαλί.

Μύριζαν φως τα γιασεμιά στο δρόμο εκείνο
που διασχίσαμε μαζί στα σκοτεινά
εσύ φοβόσουν μην προδώσεις
 τα σπασμένα σου γυαλιά
κι εγώ διψούσα για φεγγάρια προδωμένα.

 Τελειώσανε τα ψέματα
άνοιξαν οι ασκοί του Αιόλου
όσα δεν είπαμε βαθιά θα καρφωθούν
στο φως σου και στο φως μου
 η αλήθεια θα γερνά
 και τα παιχνίδια όνειρα δικασμένα.

Μονολογούσα κι έτρεχα
σαν αστραπή να σε προλάβω
για μια στιγμή στο κοίταγμα σου να χαθώ
το τραίνο αυτό είχε ξεχάσει να επιστρέψει
μια αφορμή ζητούσα απ'τον εαυτό μου να κρυφτώ.