Εκεί που ζωντανεύουνε τ' αγάλματα
κι οι μάσκες σπέρνουν θανατικές ποινές στο χωροχρόνο .
Κυριευμένη κάμαρα αταξία προγονική
αυταπάτη της παιδικής αγρύπνιας
-μέθη πικρή και σκλαβωμένη μέλισσα, κυρήθρα άγουρης συνουσίας
δεν χωράς-
μια φωτεινή στιγμή ένας γαλάζιος τοίχος θωρακισμένες μνήμες ,
ένας γλύπτης και μια γυναίκα θάλασσα
μαντήλι στερνό στους ώμους μια τρύπα ιέρια αγναντεύει .
Ποιός έκλεψε το όνειρο
καρπούς αθανασίας πίσω απ'το παραβάν που γδύνεσαι
ποιός δάκρυσε για μια βαλίτσα χρώματα κι ανάσες κουμπωμένες
και η σιωπή τι να ζητάει εδώ ενώ σε ψάχνω έξω ;
Μέσα έξω, έξω μέσα είμαι είσαι ο θάνατος σκυφτός αγύρτης
συγυρίζεις έπιπλα ,εξοστρακίζεις ανομολόγητες κραυγές
εκλάμψεις άτακτης σκόνης
κόκκινη λίμνη από καμμένα κεριά παραβιασμένης γέννας
κι ανάσταση απ' τον λώρο των ελαιώνων .
Γη . Στην γη ονειρέψου . Την γη να την πατάς
να φανερώνεσαι στους κήπους .
Να σπέρνεις στην αγκαλιά της Ηλιοτρόπια.
Σε πλάθω όρθια στη γύμνια μιας ανατροπής
φιλί στα σπλάχνα
άρπα μελωδική στη νυχτωδία του κόσμου.
Μάγος εκτελεστής μιας ικεσίας πληρωμένης
αιθέρες πλάνα ξωτικά τα πόδια σου καπέλα γητευτές τυλίγουν
πέρνα μέσα απ' τα μάτια μου ουράνια πλεύση και πιάσε εκείνο πουλί απ' το χέρι .