Τετάρτη 24 Αυγούστου 2016

Ψωμάκι

Μην σπαταλας το ψωμακι
σε εκεινους που δεν χορταινουν
με τιποτα
βλεπεις εχουν την πεινα στο ματι
τρωγοντας την ουρανια θρεψη τους
γρυλιζει η ψυχη
σαν σκυλος που ξερογλυφει κοκκαλα
στο κοκκαλο ,
το λάδι καίγεται σε αξόδευτη ελευθερία
το σωμα δεν ειναι παρα σκια
που δραπετευει απο χαρα μα δες
μα δεν χωρα και κοβεται η χαρα
το χαραμα
δες
να μην φανεις εσυ
χωρις Εσενα ,
κανεις το λαθος και ρωτησεις
"πως σε λενε ,πες μου το ονομα σου"
κι απαντησει
"μετα θα σου το πω μετα ".

Κρατα την ψιχα
για το παιδι
για εκεινους που την σπέρνουν
δωρο Θεου στο ξεκινημα της μερας
να φτάσει μακρυά να βρεί τον Κόσμο
ειδαλλως θα σε περιφρονησει
με απεργια πεινας
που το αφησες νηστικο
κι αντε να πεις συγνωμη
ψ(υ)χουλα
με τα ψιχουλα που απεμειναν.
Θα την ξαναβρω...

Δευτέρα 22 Αυγούστου 2016

Χρυσόψαρα




Κρυμμενα Ολα
να τα βλεπουμε
καταματα,
ποσο γυμνο το απειρο
και ποσο φυλαγμενο 
Φιλι στην καρδια
σαν Ενα
ροδοπεταλο αλμυρο
μερακι
να θρέφει ευωδιά την θέση της .

Γιατι ανθός είναι
φωνή μπουμπουκιού

φροντίδα θέλει
ν' ανοίγει και  Ν' ανοίγει..

N' ακούγεται ο ήλιος που σωπαίνει
μην τρομάξεις και σβήσεις το φως.

Ωχρα ανατελλει της μνημης
τα χρυσοψαρα
ν ανυψωνεται ο βυθος
θεια δροσουλα να διαπερνα τα πυρρινα

μάτια στα σύννεφα 
φλογίτσες του χορού της κοιλιάς 
στου μαργαριταριου τον αμφαλό 
το οστρακο σπάζει
θρυψαλλα χαραγμενα

απ του βυθου την ραχη να μαθαινεις.

Ποτηρια γεμιζουν αφρο
απο κυμα που ξεκλειδωσε
φιλντισενιο αποσταγμα
κι ασπρος πατος,
αδερφια να τσουγγριζουν
στ απλυτα λιθαράκια της αγαπης,

Σάββατο 20 Αυγούστου 2016

Ζάρια

Σου έμαθα εγώ να παίζεις
σε ζάρια σημαδεμένα με φτερά θανάτου
την ζωή σου ;

Όχι μου απαντάς
"πόλεμος εκ των έσω
κι εσύ ήσουν έξω ."

Δεν φταίς εσύ
μα η συνήθεια
όπου βρίσκω γκρεμό να πέφτω
από φόβο μην με γκρεμίσει εκείνος πρώτος,
μα δεν τον είδα ποτέ να σείεται
παρά να χαχανίζει υπερήφανος
 για την σταθμευμένη ακράτεια μου .

Κι η φωνή της πίστης
σφηνωμένος αντίλαλος
στα αυλάκια που πετούσα τα σπλάχνα μου ,
δεν είχαν νερό να πιούν
μόνο συγχώρεση
επιτρέποντας μου να προχωρήσω*
κατανοώντας σβησμένα γράμματα
που ποτέ δεν διάβασα.

  Δεν έλαβα υπόψιν το ρίσκο
 αυτό το αλισβερίσι
απροστάτευτη να προστατεύομαι από τον θάνατο
με πρόσχημα την αδυναμία να παραδοθώ
ζητώντας εισητήριο εντοπισμού
τώρα που σπαρταράει
για τις μέρες που του χρέωσα
την πλάνη της αιχμαλωσίας
να με γδύνουν τα πεθαμένα.

-Συνήθεια βλέπεις ο "αγώνας"
δεν συγκρίνεται όμως με φυλακές
σε ετούτες μπαίνεις οικειο θελώς.-

Όχι άλλες γέννες
να διαδηλώνουν εξοντωμένες "γλίτωσα" .

Τέρμα η προστασία ,
κομμένα τα ζάρια.

Κυριακή 14 Αυγούστου 2016

Πίσσα


Φλογισμένες παραισθήσεις
πυρετός που ξεπάστρεψε διχασμένους ιούς
νύχτωσε
φοβήθηκα τις ουρές που περονιάσαν το κορμί μου
βγήκα από το ψυγείο που είχα ξεχάσει το μυστικό
στο βούτυρο με την μαρμελάδα
ήλιους να αλείφω στα αυθεντικά κι αμελοποίητα
που είχαν σιγήσει σε βιβλία με χαμένους σελιδοδείκτες .

Μαύρα κουφέτα έριξαν στα βλαστάρια των κυττάρων μου
αντί για άσπρο ρύζι κόκκοι βουνά
κορυφή κι ηλιαχτίδα να παντρεύονται ταπεινά
σμιλεύοντας ευθύνες κατεψυγμένα αίτια
κροταλίζοντας ο πόλεμος σαν παγάκι την ψυχή .

Τσιγγάνικο ανοσοποιητικό
γαρούφαλο στ 'αυτί και πονηριά στο μάτι
ήθος ποιεί πανάρχαιο τρώγοντας βέλη
εναντιωμένα στην γαλήνη ,
τρολαδόρους εκτελεστές σπλαχνικής ευφορίας
να νομίζουμε ότι "πέθαναν"
προσκομίζοντας δόλωμα δικαιώματα νεκρών ,
την παίζουν και ξεκουφαίνονται νυχτερίδες
από το μαράζι της τρύπας το μπέρδεμα στον ιστό
κρεμασμένης ανάποδα στη σπηλιά .

Σκορπιοί ευνουχίζουν το μελιστάλαχτο
γουστάρουν δηλητήριο αναισθησίας
κοιτάζονται κάτω από πέτρες δίχως να σπάζουν
να ελευθερωθούν καρδιές
κι είναι περήφανοι γι αυτή την μαλακία
τόσο που η ματιά του πελάγους
στραβώνεται ματιάζοντας αυτόν τον εθισμό .

Θυμιάματα καμμένης φλέβας
λιτανείες της μέγγενης στίβεται ο ανεπιθύμητος κλήρος
το κόκκινο και το αγνό ρέει θεό
πνίγομαι βουτώ στου διπλανού το αίμα που γλίτωσε
να πάρω ανάσα
-Άγγελοι παραβιάστε τις θηλιές σε ό,τι δεν λύνεται -
λειχήνες γλεντούν τα ρουφηχτά φιλιά τους
αφυδατώνοντας κάθε συναίσθημα ,
τους θηλάζουν λύκαινες να ημερέψουν
μα κι αυτές τις δαγκώνουν

- να μην χωράει Χριστού χεράκι να μαλακώσει τον ύπνο
να τον καταβροχθήσουν οι άγιες παραμάνες -

Σηκώνονται από τάφους αναπηρικούς
προσβάλλοντας ακόμη και την λέξη αναπηρία
βιτσιόζοι αλιευτές πλαγιασμένης συνείδησης
ατέλειωτα χιλιόμετρα στην εθνική παιδί
προσπερνώντας νταλίκες με κάρβουνο
-κάποιες μας πέρασαν
κολλήσαμε στις αναθυμιάσεις του ψεύδους -
κι ετούτο το μοχθηρό χαρακτικό
ξέμεινε να πληγιάζει τις γραμμές της ορατότητας .

Η αλήθεια θέλει αρχοντιά
δεν γδύνεται σε δισκοπότηρα με κομμένα λαρύγγια
ξεφωνητά βιασμού να γεννάς ξανά
φτύνοντας γονατιστή αμαυρωμένους σταυρούς
να χρεωθεί κι άλλο αίμα η ανάσταση ,
τσιράκια εωσφόρου εν το λές
δήθεν για το προπατορικό σφηνωμένη σύφιλη στα αχαμνά
πάλι δεν αμάρτησαν με αγίες
μια Εύα τους απέμεινε παρηγοριά ο λάκκος λύκος .

Πείνα στο μάτι αυτή η φτώχια
γδέρνει τα σωθικά
τ'απλώνει στα σχοινιά
παράσημο στην ξεφτίλα του γείτονα ,
ευγνωμοσύνη καμία
στις χάρες της Παναγίας προεόρτια
μαυρισμένο τριαντάφυλλο μου 'πρηξες το συκώτι
κι εγώ σου 'χα στρώσει κόκκινα ροδοπέταλα να περπατάς
ρίγος και δέκατα το καλοκαίρι ξερνάει στο πέλαγος πίσσα καυτή.