Τρίτη 31 Ιανουαρίου 2012

Σου έχω μιλήσει


                                                                                                                     Δεκέμβριος 2011




  Σου έχω μιλήσει για κάλπικες συναναστροφές
για μελωδίες που ξεψύχησαν στα πλήκτρα από την σκόνη
που ρήμαξε ακόμη και την φαντασία μου.

Λαθραίος επιβάτης σε τελωνεία νεκρής συνείδησης
ξέμεινα όχημα ελλατωματικό ν'απολογούμαι για τα κυβικά μου.

Σου έχω μιλήσει για την αφάνεια του φαίνεσθαι
μιλάω για να μιλήσω κι ας μην έχω τίποτα να πω.
Για το κενό της ανώφελης εξωστρέφειας ;

Για εκείνους που πασχίζουν ν' ανιχνεύσουν την ευγένεια
στα πέπλα της ματαιοδοξίας του κόσμου
μα διαψεύδονται σε κάθε δοκιμή
απ'τις αράχνες του εγωτικού συρμού.

Για τις ιδανικές φωνές που διεγείρουν το πνεύμα μου
όμως ατύχησαν να εξειδανικεύσουν τα δανεικά μου όνειρα .

Σου έχω μιλήσει για οδύνες
που δεν συνθλίβονται με θεατρινισμούς
φωνάζουν  συνεχώς υπέκυψε .

Σου έχω μιλήσει σε ανύποπτη στιγμή
ανεμοθύελλα σ' άγριο χορό η σιωπή
κι ο μαρμάρινος οίκτος
απόσταγμα γλυκόπικρου οίνου σε ώρα εξορίας.

Για την ψευδαίσθηση του συμπεράσματος
που όλο φλερτάρει την ανατροπή.

Για το σώμα που αυθαδιάζει στην αιτία .

Είμαι υπόθεση τυχαίας αυτοπραγμάτωσης του μη πραγματικού
-ποτέ δεν εννοούσα ό,τι έλεγα-
πάντα υπονοούσα κι εκεί ήταν το σφάλμα ,
μια θαλασσοταραχή από την μέρα που κατάλαβα.

Δεν έχει τελειωμό ο δρόμος της συνύπαρξης
σ' ένα χαρτί να κρύβεται το γράμμα απ' το είδωλό του.


   Δεκέμβριος 2011

Πέμπτη 12 Ιανουαρίου 2012

Ο Γλάρος ,Α.Τσέχωφ ,Νίνα

Γιατί λες πως φιλείς το χώμα που πατώ; Εγώ θέλω σκότωμα. (Γέρνει πάνω στο τραπέζι). Είμαι τόσο κουρασμένη! Αν μπορούσα να ξεκουραστώ… Αν μπορούσα να ησυχάσω!… (Σηκώνει το κεφάλι της). Είμαι γλάρος… Όχι, άλλο ήθελα να πω… Είμαι ηθοποιός… Ω, μάλιστα! (Ακούει τη ΜΑΝΤΑΜ ΑΡΚΑΝΤΙΝ και τον ΤΡΙΓΚΟΡΙΝ που γελούν. Αφουγκράζεται μια στιγμή, ύστερα τρέχει στην πόρτα αριστερά και κρυφακούει από την κλειδαρότρυπα). Είναι κι αυτός εδώ!… (Γυρνώντας πίσω στον ΤΡΕΠΛΕΦ). Καλά… Ας είναι… Δεν πειράζει. Δεν επίστευε στο θέατρο, πάντα γελούσε με τα όνειρά μου, ώσπου σιγά – σιγά έπαψα κι εγώ να πιστεύω, έχασα το θάρρος μου… Έπειτα οι αμφιβολίες για την αγάπη του, η ζήλια, ο φόβος κι η αγωνία για το παιδί μου… Έγινα ποταπή, ασήμαντη, έπαιζα κουτά...  Δεν ήξερα τι να κάνω τα χέρια μου, δεν ήξερα να σταθώ στη σκηνή, δεν μπορούσα να κανονίσω τη φωνή μου. Εσύ δεν μπορείς να φανταστείς τι νιώθει εκείνος που ξέρει πως παίζει ελεεινά.
   Είμαι ένας γλάρος. Όχι, δεν είν’ αυτό… Θυμάσαι που σκότωσες κάποτε ένα γλάρο; Ένας άνθρωπος πέρασε κατά τύχη, τον είδε, και μη έχοντας τίποτα άλλο να κάνει τον κατάστρεψε… Ένα θέμα για μικρό διήγημα… Όχι, δεν είν’ αυτό… μ’  όλο που…
   Τι έλεγα;… Α, για τη σκηνή. Ναι, τώρα πια δεν είμ’ έτσι. Τώρα είμαι μια πραγματική ηθοποιός, παίζω με πάθος, μ’ ενθουσιασμό, μεθώ πάνω στη σκηνή, νιώθω πως είμαι ωραία… Και τώρα, αφότου βρίσκομαι δω, περπατώ τριγύρω και σκέφτομαι, σκέφτομαι, και νιώθω πως η ψυχή μου γίνεται κάθε μέρα πιο δυνατή! Τώρα το ξέρω, το καταλαβαίνω, Κώστια, πως στη δουλειά μας – στο παίξιμο ή στο γράψιμο – κείνο που αξίζει δεν είναι η φήμη, δεν είναι η δόξα, μήτε εκείνα που ονειρευόμαστε, αλλά το να μάθεις πώς να κάνεις υπομονή… Να μάθεις να σηκώνεις το σταυρό σου και να ’χεις πίστη. Εγώ τώρα πιστεύω, κι αυτό με κάνει να πονώ λιγότερο. Κι όταν σκέφτομαι την τέχνη μου, την αποστολή μου, δε φοβάμαι τη ζωή.