Τρίτη 27 Δεκεμβρίου 2011

Κι ύστερα ήρθε βροχή




  Κι ύστερα ήρθε βροχή
καιγόμαστε από κούτσουρα μιας μέθης περασμένης
άμαξα φτερωτής πνοής τα λαβωμένα βήματα.

  Πώς να 'χει αστέρια ο ουρανός
τα παραμύθια τέλειωσαν
όταν κανείς υποχωρεί υπνοβατώντας
σαν φοβηθεί την αγκαλιά των νεραιδών
κι αρκείται στα κουφώματα σαθρών παραπλανήσεων.

Μέγα κακό η συνήθεια
κι άντε ν'αλλάξεις ρότα.
Σ' έχει ανάγκη ο καιρός κι εσύ εκείνον.

 Σκαρφίστηκες ποτέ έναν δικό σου τρόπο
ή όλα μίζερα στο άνυδρο ρεύμα των πολλών
βουλιάζοντας την όποια αναγέννηση;

  Δεν λέω να προκαλέσουμε τα άκρα
να εναντιωθούν
όπως ο Δαίδαλος κι ο Ίκαρος που πέταξαν ψηλά 
μα φάνηκαν άπληστοι στη γενναιοδωρία του ήλιου
κι ήταν ο θάνατος αργός και κρύος .

  Μόνο ν'αδράξουμε την μέρα 
να έρθει βροχή 
διότι φαντάζεσαι τη συνέχεια του δράματος 
να μην απλώνει το χέρι του κανείς
να ανδρωθεί αυτός ο τόπος;


Παρασκευή 23 Δεκεμβρίου 2011

Απο -συγκόλληση



 Θόρυβος περιχαρακωμένης ανακολουθίας
η αντιπαλότητα του ειδώλου με το γίγνεσθαι 
δρεπάνι που τεμαχίζει την ευημερία του ήλιου.
Παρηγοριέμαι από την διαδοχή
να ξεκολλήσω από το μνήμα σταυροφοριών
που υμνούν σκεπτομορφές ανίας και χαλασμού.
Κατώτερα δαιμόνια επιμένουν να κλονίζουν την ευθύνη.Μου.
Στο άπαν.

Στοιχειά πετάγονται μέσα απ' τ'απολιθώματα
φορούν το βίο απροσάρμοστων ψυχών
 αυνανίζονται σε πλαστικές σακκούλες,
πνίγονται στο λαιμό του αέρα
βαλτώνουν στους σταθμούς της γης.

 Τρίζουν οι καρποί των χεριών
καθώς με διαπερνούν οι αντιπαραθέσεις
-από πρόθεση-
σε θέσεις που αναμασάνε το κενό
σαν ξεχαρβαλωμένα στηρίγματα μιας μαριονέτας
σε ακούρδιστες μάχες πανωλεθρίας
σε διαδρόμους που προδίδεται το ρήμα Ζω.
Σε ρημάζω.

Ψάχνω για συμβατότητα 
στην ασυμβίβαστη του κόσμου υπεροχή ,
στην μετουσιωμένη παραλλαγή αποτυπώματος,
στα πίσω διαμερίσματα πλοκής και πλεύσης
-αναζωπύρωση κι ευχή -
από το έλεος της υπέρβασης να ενώσω τα κομμάτια
της απο-συγκολλημένης σύνθεσης.


Τετάρτη 14 Δεκεμβρίου 2011

Άφησε με να φύγω



Φάλτσα συγχορδία επαναλαμβανόμενης ματαίωσης
πλήκτρα κατευθυνόμενα
δίχως πρωτοτυπία στο αποτέλεσμα.

Δεν προκύπτουν συναισθήματα που με ξαφνιάζουν
μoνάχα ρηχές των δρόμων ανυπέρβλητες στοές

Άφησε με να φύγω
από όρια και ορίζοντες χωρίς το ο
οι κορυφές μαρμάρωσαν σ' αγέννητες λιακάδες.

Εγκλωβισμένη στο ατσαλάκωτο του χαρακτήρα μου
τσαλακώνω την ανεμελιά μιας πεταλούδας

Άφησε με να φύγω
μην με αφήνεις να παραπαίω
στα απομεινάρια ενός διχασμένου αιτήματος.

Αγρύπνια κι αμφιταλαντεύσεις
γδέρνουν τα σημάδια της νεότητας μου
κι έχω ξεχάσει πώς είναι να μην υπάρχεις
για να υπάρξεις.

Μια συντριβή να σέρνεται απ' το ψέμα η αλήθεια
η ελευθερία αιχμαλωτίζεται στη λήθη μιας σπηλιάς.

Μέσα από εσένα επέλεξα ν' απαλλαγώ
τα πρόσωπα γυρνούν στις ίδιες θέσεις
κι η αντοχή μου κρέμεται απ' ό,τι περισσεύει.

Λοιπόν μίλα ,
θέλω να πιστέψω στην συγκίνηση σου,
στήσε με στον τοίχο μέχρι να σωπάσει ο μύθος που θέριεψε ,
να τσακιστεί η τρίαινα του Ποσειδώνα
που με τρυπάει και δεν ματώνω ν' αδειάσω .

Μέσα σε μουδιασμένες θάλασσες
γυρεύω αυθεντικότητα.

Όν ,οντότητα, οντότητες . Ανήκεις.
Πού ; Ανήκω.
Έλα κι έχω αργήσει.



Σάββατο 3 Δεκεμβρίου 2011

Είναι που θέλω να μ' ακούς




Έχω ανάγκη να μ'ακούς
κι ας λέω άλλα απ' αυτά που σκέφτομαι
-το πήγαινε έλα στα παραλληρήματα
το κρατάω μόνο για εμένα-
δεν αντέχω  στην ιδέα να μην βρίσκεις δρόμο  να σωθείς .

Κι έτσι σωπαίνω
όμως ο λόγος μαδάει τις λέξεις
και δεν βρίσκω πουθενά να κρυφτώ.

Στιγμή , νύχτα , χρόνος
μια αόρατη υποψία φωτός ,
πάλι περάσαν πάλι εδώ κρατιέμαι
και τι δεν θα 'δινα για να με πάρουν μέσα τους
-να ζήσω-
κι όχι να φαντάζομαι πώς θα ήταν να ζω-

Όταν κοιμάμαι δεν βλέπω πια όνειρα
όταν ξυπνάω δεν ερωτεύομαι για να ονειρευτώ .

Δεν ξέρω αν ψάχνω αποδέκτη της σκέψης μου
ή απλώς κάνω τα πάντα προκειμένου να μην ακούω
στην προσπάθεια  μου να με ακούσω.

Σημείο αναφοράς


Δεν γουστάρω να  ζω μ'αναμνήσεις
όμως δεν βλέπω μπροστά μου δέντρα ,
μόνο δάση καμμένα , κιτρινισμένες φυλλωσιές
που φοβούνται την δύναμη του ίσκιου τους.

Τα λεωφορεία έχουν πάλι απεργία
κι η λεωφόρος ματώνει από τις συνεχόμενες στάσεις ,
δεν έχει νόημα να είσαι εκτός ,εντός
ή και στην άκρη του αποθέματος ελπίδας.

-Αρκεί να υπάρχει ένα σημείο αναφοράς
να συνεχίσεις ετούτη την ανηφόρα.-

 Η αλήτικη φτιαξιά των βημάτων
 που χρεώνουν την ζωή για την αμαρτία της που υπάρχει ,
αυτή η αλήτικη ιστορία με σημάδεψε
κι ακόμη προχωράω .

Δεν βρίσκεις στους κήπους των παραμυθιών μαργαριτάρια 
αλλά στους περαστικούς που πίστεψαν
και έφτιαξαν τον δρόμο με την δίψα τους .

Ξέμεινα πιο πάνω από βενζίνη
στην διαδρομή συνάντησα πετρελαιοφόρα ,
όμως γυρίζω πάντα στην αιτία που μ' έκανε ν' ακολουθήσω
ότι το τέλος ίσως να είναι η αρχή μου.

Σάββατο 12 Νοεμβρίου 2011

Άλλη μια μέρα αφθονίας

 Σε καταστολή η γενναιοδωρία
ο κόσμος δεν έμαθε ακόμη να δίνει
ν' αφήνει κάτι  για τον διπλανό
που η μοίρα του έγραψε να ψάχνει για χρυσό
 στα κρίματα  του Ιούδα.

 Κι έτσι επέμεινε στα ενδότερα
με τίμημα  κανένας να μην κατανοεί
τα αντίποινα προάστια της ζωής του .

Τα σύννεφα σπέρνουν δώρα πνοής σαν βρέχει
μα έξω η ανάσα καίγεται δίχως να λογαριάζει.

Κι άλλη μια μέρα αφθονίας μετρά η οικουμένη
άλλη μια μέρα ρέει καθαρό νερό
ετούτο δεν ενδίδει σε κανιβαλισμούς
και αρπαγές ονείρων.

Δεν θέλω να σηκωθώ απ'το κρεβάτι σήμερα
οι υπονομεύσεις μ'εξουθενώνουν,
θέλω να ονειρευτώ όπως χθες
όπου τα δέντρα τα παλιά έδιναν χώρο στα νέα φυτά
να βγούν κι αυτά στο ξέφωτο.

Κι άλλη μια μέρα αφθονίας αδερφέ μου
θυμάσαι όταν ήμασταν μικροί ;

Η ενηλικίωση  ξέμεινε να πενθεί
έναν τραυματισμό από σφαίρα
συγχώρεση ζητά από την μοιρασιά ,
η σφαίρα ήταν άσφαιρη
μα πώς να δικαιολογηθεί το λίγο ;

Αναμφιβόλως θα έρθει η ώρα που θα με αγκαλιάσεις
σαν δεις ότι αρκεί για όλους
το ύδωρ της αιωνιότητας.





Τρίτη 8 Νοεμβρίου 2011

~ ύδωρ αθανασίας ~

Μου 'πες θα φύγω ξαφνικά
μια νύχτα του Φλεβάρη
οι άγγελοι με παίζουνε στα μυθικά φτερά τους
τι άδοξα λυγίζουνε τα αλλόκοτα πουλιά.

Άδικη γιορτή φυγή η σου και πικρή
πέλαγος που ξεψύχησε σε μια οφθαλμαπάτη
φοράς μια μάσκα απειλής και προκαλείς
δεν θέλω να ματώσουμε ξανά σε παγερούς χειμώνες.

  Δώρο ένα χαμόγελο σε διάφανη πορεία
 δύο διαβάτες μιας πηγής
εξόριστοι τυχών υποταγής και πλάνης
η πάλη δικαιώνεται όταν πιείς ύδωρ αθανασίας.

Η αγάπη αντέχει για να ζει σ' αληθινά φεγγάρια
κι η θλίψη μες στα μάτια σου μου έκλεβε το φως
ίσως ποτέ δεν ένιωσα στ' αλήθεια την αιτία 
ίσως γιατί φοβόμουνα μήπως ήμουν εγώ.

Η θάλασσα που σ' έφερε
ξέπλυνε όλο το αλάτι 
μα μέσα σε βαθιά νερά γεννιούνται οι ψυχές ξανά
τολμάς να ζήσεις μια υπόσχεση παλιά ;








Παρασκευή 14 Οκτωβρίου 2011

Τα πουλιά θέλουν να τ' αφουγκράζεσαι



 Τοίχοι , στενά και άγονα σύννεφα
καλώδια δίχως ζωή  ,
κάδοι απορριμματοφόρων ξέμειναν
να ισοπεδώνουν το κάθε τι
και μια στεγνή πνοή ξερνάει την μνήμη στα συρματοπλέγματα.

Πόθοι απροσπέλαστοι
ρωτάνε τους περαστικούς για τα βιώματα
κι απολογούνται για το λίγο το τόσο πολύ.

Τα πουλιά παύουν να κελαηδούν
όταν δεν τ'αφουγκράζεσαι ,
ακόμη και στην οχλαγωγία των δρόμων
ακούγεται ο σκοπός ταγμένος να με σταματήσει
να πουλάω και να ξεπουλιέμαι .

Αυτοκυριαρχία της σκέψης
-συστήνομαι με την πεμπτουσία της αθανασίας-
δεν χάθηκε το πυρ.

Είναι εύκολο το βόλεμα σε άλλον εαυτό ,
πολλά κρανία λυσσομανούν για επιστροφή
 ικετεύοντας  μύθους.

Παύση , νότες βαριές
σκονισμένα πλήκτρα ακαμψίας
η αντοχή μου σιγοκαίει σ'ένα βουβό ψαλτήρι.

   Δεν με χωράει ο κόσμος
στενεύει το αλισβερίσι με τους έσω  δαίμονες
τι συντροφιά ένα ποίημα.

Τρίτη 13 Σεπτεμβρίου 2011

Η αμφισβήτηση του ανεκπλήρωτου




Άκαφτη φλόγα το ανεκπλήρωτο
αυτό το αστέρι κρύβεται ,
στα φανερά δεν βρίσκει ουρανό μες στη μεγάλη Άρκτο.

Μετράω  αναλαμπές
σαν χειροπέδες ξάγρυπνες γύρω μου τα συμπλέγματα.

Ανύψωση ετούτη η σκάλα η λευκή
ψεύτρα ματιά φοράει η πανσέληνος ,
θολό αεράκι ματώνει στις φλέβες της νιότης μου
και η ζαριά φέρνει εξάρες της σιωπής.

Λεπίδι και νοτιάς στο φως της νύχτας κομματιάζονται ,
λυτρωτική θαρρείς η γεύση της πληγής.

Δεν θέλω πάρε δώσε με συμβιβασμούς
οι άνθρωποι κοίτα να δεις ζητάνε λίγα
κι όμως προδίδονται απ' τα πολλά
χωρίς να γνωρίζουν από πριν το τίμημα.

Πυρακτωμένη ώρα ό,τι δεν εκπληρώνεται
σαν ερινύα σε κυνηγάει όταν παραιτήσαι.

Οι ασυμβίβαστες φωνές κόντρα φυσάνε στην ανέμη
ραγίσματα κι αναβολές
 η Σελήνη καθρεφτίζει σε επανάληψη
μια υπόγεια ήττα  κλειδωμένη στο φως.

Δευτέρα 12 Σεπτεμβρίου 2011

ο άλλος μέσα μου ίσως να είσαι εσύ

 Ίσως δεν έχει νόημα μα βρίσκεσαι παντού
σαν ούριος άνεμος που γδύνει την ψυχή μου
δεν βρίσκω ήχο να κρυφτώ σ' ακούρδιστη χορδή
τα εύθραυστα πεδία μου τα γκρέμισαν οι τοίχοι.

Σκιές αλύτρωτες στο βλέμμα ενός παιδιού
πώς να ξορκίσεις τον εαυτό που άφησες μισό
η αιτία κόλλησε ξανά σ' ένα γρανάζι
κι οι δαίμονες καραδοκούν το επόμενο φευγιό .

  Φως δρόμος ακριβός ο φίλος κι αδερφός
σκιά φιδιού ντυμένη στ' άσπρα η Χιονάτη
ματιά που δένεται σφιχτά σ' ένα γινάτι
ο άλλος μέσα μου φιλί κι οφθαλμαπάτη.

Τα νήματα με σπρώχνουν μακρυά απ' την ανάγκη
η λογική κι η τρέλα μου ματώνουν την στιγμή
ο κόσμος σε καταστολή υμνεί νεκρά πεδία
κι εγώ όσο αφήνομαι αλλάζει η ιστορία.

Σε μια σκηνή με φέρνει βόλτα η ζωή 
οι σφαίρες κάλπικες μυρίζει  καλοκαίρι
η φλόγα αυτή γεννήθηκε να γράψει εποχή
όλα για όλα θα παιχτούν σ'ετούτο το χαρτί.


Σάββατο 16 Ιουλίου 2011

Αντίφαση ηρωική



 Από μακρυά συνθλίβεται η φωνή
βουνό το άδειο του σκορπίσματος
τιμάει δήθεν τα εχέμυθα
σε διαφάνειες που έμειναν κενές ν' ασφυκτιούν .
 

Δεν είναι ανώδυνη η επιλογή
σκοτάδια άμορφα καυτά να παραμεριστούν
στην κόψη απ'το ξημέρωμα χαράζει ο παλμός της.  


Δεν παραδίνεται το ακούραστο πια βίωμα
που μ' έθρεψε γυναίκα ,

ο δρόμος δεν το προσπερνά
ώσπου τα πρόσωπα  σε ένα σώμα να συγχωνευτούν 

κι ίσως αποδεχτούν  ότι ορθά περικυκλώθηκα
μιας κι έτσι πέρασα μες από μαχαίρια κοφτερά
εκεί όπου λαχταρούσα να χωρέσω .

Το νερό


Το νερό υγραίνει την μνήμη
που χορεύει μαζί του
ανοίγοντας διάπλατα το παράΘυρο
να φτάσει στην αρχΗ .
Και τίποτα δεν έχει σημασία
πέρα από την ενδιάΜεση γραμμή
που ακουμπά στο τώρα.
Η άκρη κι η αφορμή του θέματος
ίσως να μην υπήρξε ποτέ
ένα παίΔεμα ήταν όλο.
Είναι Λεπτό και μη αναγνωρίσιμο πεδίο
για εκείνους που έχουν ανάγκη
να γνωρίζουν το Κάθε.
Τι.
Άκουσε μόνο την βροχή .
Για ν' Ακούς.
Ένα παιδί διψάει.

Εκτός σχεδίου *





Το πίσω του παρόντος δεν έχει μέλλον
κι ας σέρνεται μπροστά με ενοχές
να ζητιανεύουνε παραστρατήματα.
Κι η μέρα δεν ξαποσταίνει 

για να γυρνάς ξοπίσω απ'τις έρμαιες ώρες.
 

Αβυσσαλέα εισβολή η ανάγκη για πραγμάτωση του στόχου,
 βαρέθηκε να ζει σε όνειρα.
Δεν χρεώνει , χρεώθηκε σε σκοτεινά σοκάκια
εκεί που ο αέρας δεν είχε χώρο να περάσει
και η αιτία ξέμεινε με τον λόγο στο περιθώριο.
 

Βαδίσαμε χωρίς οδό κι αέρα απόκοσμο 
σαν βουλωμένες φλέβες,
χωρίς προσταγή σε στείρο μέτωπο σε φέρω

με υπεράσπιση για εκείνο που διέφυγε
κι είναι ξανά εδώ.
 

Επειδή κι εμείς το κοιτάξαμε αλλιώτικα.
 

Στα όρια γεννιούνται τα συνθήματα
και οι συνθήκες βρίσκουν προοπτική.
 

 Σταγόνες ξεπετιούνται ανάγλυφες 
από περιοχές εκτός σχεδίου
κι εντός βαθύτερων επιθυμιών 

που δεν στέγνωσε η  επιφάνεια και το δήθεν ζω.
 
Δεν στερεύει ό,τι παράγεται εν αφθονία
δίχως φθόνο κι αλήθεια σμιλευμένη
ενάντια στη ρήξη μιας ακυβέρνητης ρωγμής
που ίσως ακόμη κι εσένα να ματαίωνε.

 
Έτσι για το παράδοξο του κόσμου
που ξαγρυπνά με ελπίδα
κι  ανέλπιστα δικαιώνεται.
Γι αυτό θα παραΜείνομε εδΩ.

Παρασκευή 17 Ιουνίου 2011

Κι άλλη μορφή





  Η νύχτα καίει ασφυκτικά γυμνή
δεν δύναμαι ν'ανοίξω τον διακόπτη
της οθόνης του γήινου κάλλους
που βάλθηκε να μ'απογυμνώνει ,
ξέμπαρκη μες σε λιμάνια σκυθρωπά
με της ψυχής  τον περίσσιο φόρο ν' ανακατεύομαι .

Εικόνες άλλων κι εκείνων κι αυτών
ξυπνώ στην απουσία τους
κι άλλη  μορφή επεμβαίνει στο τσαλάκωμα της λήθης.

Με συντετριμένες υπάρξεις
πώς συγχωνεύεται το πνεύμα
πώς διανθίζεται η εξέλιξη;
Γιατί κρίνω ;
Γιατί με κρίνεις;

Κι άλλη μορφή δένει την μούσα της αβύσσου.

Μακάριες επιστροφές 
μα άκαρπες συγκυρίες,
σαν χελιδόνια που ψάχνουν τις  φωλιές τους
κι εκείνες έχουν σπάσει.

 
Σε όσα πεθύμησα να ξαναγεννηθώ
σκόνες και δάκρυα με σβήνουν απαξιωτικά
γιατί τα χρόνια μου κοιτάζουν την αυγή
μα εγώ λένε τους κλείνω τα μάτια.

Τετάρτη 8 Ιουνίου 2011

Ανόδου γέφυρες



  Μέρα ορμητικά απλώνεται στο πέλαγος
με σπίθες ουράνιας πνοής να γείρει τα φτερά της,
η αύρα να χυθεί στην επιφάνεια ,
εκεί που ακροβατούν δέσμες απολυτότητας
μ' όλες τις γέφυρες ανόδου ερμητικά κλειστές.

  Απόκρυφα τα  σύνορα  η σκάλα υψηλή
δρέπανα της αντιξοότητας
ας στρέψουν προς στην περιφέρεια
χώρο ν 'ανοίξουνε στην ύπαρξη .

  Οι αποστάσεις των σταθμών τείνουν προς το μηδέν
στενά και σταυροδρόμια αναπολούν
 δίχως οάσεις ν'ατενίζουν,
μονάχα  τ' απορρίματα παραμιλούν
για εκείνα που ξεπούλησαν.

  Στα αφρισμένα κύματα θα χτίσουμε όνειρα ξανά
τα ρούχα που με στοίχειωσαν χορεύοντας πετάω
κι ό,τι  πρόβαλε αντίσταση 
σε ψίθυρους πανάρχαιας καθοδήγησης
που έλαμπε πάντα εντός μου μα τρόμαζα στο φως.

Στράτες .
Σκυφτή.

Στα βυθισμένα όρη
βλέμμα δεν έχει η κορυφή
και η φωνή παγώνει ολισθαίνοντας.

Δύο χούφτες νερό



 Δύο χούφτες νερό αρκούν  να χαιδέψουν την ζωή
κάθε σταγόνα ωκεανός με θαύματα ανασταίνεται
μοιάζει πολύ το λίγο το τόσο πολύ.

  
 Τα δώρα κάνουνε γιορτή στ' απύθμενα τα βάθη ,
τόσο μακρυά τόσο κοντά.
Εδώ. 
Εκεί .
Κάπου.

 Λευκό, μαύρο 

μια βρύση από κόκκινο τρέχει άγιο κρασί
γαλάζιο ,μωβ,
σε στόχο ιερό ενδίδει ο προορισμός.

  
Διάφανοι καθρέφτες συναντούν το πεπρωμένο ,
δεν βρίσκει να κρυφτεί ό,τι  απ' την ψυχή δεν αναλήφθηκε

 
Μέσα από τα λασπόνερα φυτρώνει ένας Λωτός.    

 Τίποτα δεν κρίνεται μάταιο
κι ένας καημός αναμετριέται με το φως.

Δευτέρα 18 Απριλίου 2011

ΜειΝε


ΜειΝε.

το φως ξενυχτησε
σωπαινοντας
κι εσυ μιλας για μιαν αυγη που δεν ειδες.
μπροστα σου
χαραζει η νυχτα που κρατας.

ΜειΝε.

λευκο
κι η αυρα του μελαγχολικη
χαμογελαει παρασυροντας με
να ζησω για οτι πιστεψα
κοντρα σ' εκεινο που αδειαζει.

ναι, μισανοιχτη μ' αφηνει
μετρωντας τις απωλειες του ειΝαι
με τα κομματια εκτεθειμενα να εκδικουνται
-αδιστακτο το βλεμμα με σκορπάει-
και πως θα ξαγρυπνω διχως τα νηματα του Αυγερινου
να υφαινουν την αποστολη μου;

ΜειΝε .

καταφατικα σου γνεφω
το οχι εχει μια αρνηση που επαψε να μ αφορα.
χερια ανοιχτα
αφηνονται στο καλεσμα γυμνα
λυγιζοντας τα παθη
που ετσι κι αλλιως θα προσπερνουσαν.


άτιτλο


Βίαια,
απoτρόπαια σημάδια
μ' εγκλωβίζουν στα ίχνη τους.
Στεγνά προδίδουν τα ανείποτα,
ευνουχισμένο ξέσπασμα  καραδοκεί.

Μιλάω.

Τι κενό που μοιάζει το γίγνεσθαι
όταν στερείται συνείδησης.
Ξέφτια από διακεκομμένους ορίζοντες ,
η άγονη οδός τους  απομυζά την εκ-πνοή μου.

Συνθήκη ευάλωτη
η ανάγκη  ματαιώνεται από αγύρτες νόμους.
Στα σκοτάδια δεν ξορκίζεται η παρακμή.

Άνανδρη ηθική  φοριέται στα υπόγεια.
Ξεπουλιέται το ήθος.
Κρατάω, ναι.
Για τη στιγμή που έρχεται.

Κρεμάνε κεφάλια γιατί έτσι γουστάρουν.
Ποιός ; Ουσίας άνευ.
Μακρυά από το ξέφωτο εσύ.
Εγώ να βλέπω.

Μόνο.

Αποφασίζει κι εκτελεί
το σύστημα της μετριότητας.
Χωρίς κατανόηση πιο δίπλα να ζεσταίνει,
η κάφτρα του τσιγάρου  λιγόστεψε ξανά.
κι η έννοια η συλλογική ξεψύχησε πριν να υπάρξει.

Απειλή,
όμως  ετούτος ο λυγμός ζωηρεύει ν'ακουστεί
-διχάζεται η διαδρομή-
Τα πόδια μου ακουμπούν τα βήματα
μα πάλι αλλού ίσως πάω.