Τετάρτη 27 Οκτωβρίου 2010

Μετρημένα λεπτά



Ρίχνει και ρίχνει
δεν σταματάει ,
κανείς δεν ανάβει τα φώτα
κι οι αστραπές έπαψαν πια να διώχνουν τα σκοτάδια.
Ρίχνει να ξεπλύνει ό,τι δεν φάνηκε ,
να σωθεί απ' τον πολύπαθο ήχο
της σκουριασμένης καραμπόλας που κυλιέται
έχοντας χάσει τον έλεγχο
που ποτέ δεν απέκτησε στοργή ως απεριποίητη κούκλα
ούτε υπόσταση απέκτησε ,
δεν αποκτιέται το αλαβάστρινο σώμα
όταν χαραμίζεται στο βάθρο
των ερωτοτροπόντων  δήθεν.

Βασανίζεται να νιώσει υγρασία .
Απέναντι.
Όλα αρχίζουν απέναντι .
Το εδώ παραμυθιάστηκε από τον μύθο.
Μυρίζει το χώμα , ζωντανεύει η πλοκή
νεκρή φυσιογνωμία αναπαριστά τον βιαστή.
Εκεί που δεν υπάρχουν αρσενικά και θηλυκά
δεν αφορά κανέναν κάτι τέτοιο εκεί.
Τους τέλειωσε μαζί με τις ψαρωτικές απολογίες ,
δίχως συμπεράσματα να πνίγουν την ελευθερία.

Κι ό,τι απέμεινε βουλιάζει στο περιθώριο
σαν αρχέγονο βακτήριο
που φέρει την ευθύνη για τη δημιουργία
Διαλύεται κι αυτή σαν υψώνεται η φωνή ,
αντιμιλά στο ήθος που σου χάρισα.
Σαν απειλή  που τρέφεται
από την σάρκα που προδίδει.
Και προδίδεται.

Σε κέρδισε , κατάργησε κι εμένα
οδύνη μετράνε τα λεπτά
και χάσαμε τις  ώρες.
Λάσπωσαν τα  παπούτσια των εραστών
της βροχής
από τον τρόμο του κενού,
της γυναικείας κραυγής που ξεσπάει με λύσσα
όταν την δαγκώνουν
αντιμέτωπη με την παθητικότητα του ίσκιου.
Με την ανυπεράσπιστη ευαισθησία
μ' αυτήν την πάτησε και ο χρόνος.

Κυριακή 17 Οκτωβρίου 2010

Σκόρπια

 Σκόρπια
τα λόγια  και  η πρόθεση αφανισμένη
απ’ το κλείδωμα  του σακατεμένου κάλους.
 Ούρλιαξαν στο βαλτώδες άνθισμα της εφηβείας
κι ύστερα  παρέμειναν βουβά .

Κι ύστερα … Βουβά
πίσω απ’ τις πόρτες να κρυφακούν
την λογοκρισία του μυαλού
με το  κάλπικο ξόδεμα  του μυαλού,
 εκείνου  του μικρού μεγάλου
που σκόνταψε  στην επαφή  με τον άλλον.
Εκείνον τον διπλανό.
Τους πολλούς άλλους σ' αλλοτινούς καιρούς.

Κομμένα χέρια  μαζί με βογγητά
που δεν ημέρεψαν στην κούνια
-ήταν τα χρόνια κρύα-
ανασηκώνονται απ' το πάτωμα ,
ένας ακατανίκητος θόρυβος
δεν ακούγεται τίποτα
κι εκείνα επιμένουν να ολοκληρώσουν το έργο
διακεκομμένη ανάσα η μάθηση μου.

Κι ύστερα βουβά. Κομμένα.
Ανάποδη  η στάση του ήλιου,
πηγάδι που δεν ορίζω το βάθος.

  Γιγάντιες στοές κυκλώνουν την απουσία
της εξέλιξης του κόσμου.
Δεν ανδρώθηκε η γέννα της ζωής.

 H όμορφη  ιδέα
ακόμη μια αυθεντική ιστορία
στους τοίχους των ανθρώπων
ίσως ανέστηνε πυρπολημένες δάδες ,
το όνειρο που κρέμονταν
από τα χάρτινα φτερά μιας  πεταλούδας
όμως εκλάπη  στα σκοτάδια απ' τον ίδιο τον αυτόχειρα.

Κυριακή 10 Οκτωβρίου 2010

Ας είναι η τελευταία



Η ίδια ενέργεια είναι που έλκει
αυτή της «άλλης πλευράς»
με την διαφορετικότητα να πάσχει
στ' ασθενικά σημεία που ταυτιζόμαστε ,
δακρυσμένη ανάμνηση στην πόρτα μας
κυλιέται σαν ζητιάνα.

Η ατμόσφαιρα ηλεκτρίζεται
από το λάθος-πάθος,
πίσω απ’ τις παραμορφώσεις
ξοδεύονται πρόσωπα αγγελικά πλασμένα
που έπαψαν ν' αντιστέκονται
στο κάλεσμα της.
Όπως την πρώτη φορά κι ας πέρασαν χρόνια.

Απ’ την ίδια πηγή ξεθάβεται
εκεί που ενώνονται  χαλάσματα
δικά σου και δικά μου
σαν ψάχνουν για τροφή οι παγίδες .

Κολλάς ,είναι  παραμυθένια ,
θυμίζει κάτι απ’ τα δικά σου παραμύθια
εκεί που δραπέτευες μικρός
τάχα να τη φοβίσεις .
Κι ο τρόπος πάντα ξεγλιστρούσε .
Την αναζητάς
το ρεύμα της σε καίει ,
πάλι στάθηκε δυνατότερη από εσένα.

 Ζητάς άλλη μια
και τέρμα γκάζι οι ενοχές.
Ας είναι η τελευταία.
Οικεία η φλέβα της 
ίσως  νικήσεις .
Ξεθώριασες κι εσύ στον χρόνο
μαζί με την χαμένη της ορατότητα .

 Κάποιοι δεν την προδίδουν ποτέ
ανήμποροι ενδίδουν  στη σαπίλα της
και τα καρφιά σκουριάζουν περισσότερο
στοχεύοντας  τους ανυποψίαστους
που ακόμη προσπαθούν
να καταλάβουν τι παίζεται.

 Είναι ταγμένη στο ακραίο
στο μεγάλο σάλτο φίλε.
Γύρνα αλλού το κεφάλι
κάθε που συναντιέστε.